Δευτέρα 4 Ιουλίου 2016

Η «βουτιά» της στερλίνας βοήθησε τις δημοπρασίες στο Λονδίνο


Η αναταραχή που προκάλεσε το απρόσμενο αποτέλεσμα του βρετανικού δημοψηφίσματος φαίνεται πως ωφέλησε τις δημοπρασίες των μεγάλων οίκων την περασμένη εβδομάδα, λόγω της αποδυνάμωσης της στερλίνας, αν και τα συνολικά ποσά που συγκεντρώθηκαν ήταν χαμηλότερα σε σχέση με πέρυσι.

Όπως αναφέρει η Wall Street Journal, οι οίκοι δημοπρασιών δούλεψαν υπερωρίες μετά το δημοψήφισμα της 23ης Ιουνίου προκειμένου να καθησυχάσουν τους νευρικούς πωλητές και να δελεάσουν ξένους αγοραστές, εν όψει των δημοπρασιών έργων σύγχρονης τέχνης. Οι προσπάθειές τους φαίνεται πως απέδωσαν, καθώς, αν και η αγορά τέχνης έχει γίνει πιο επιφυλακτική μετά τις εκρηκτικές επιδόσεις των αρχών του 2015, ωστόσο μέχρι στιγμής η ψήφος υπέρ του Brexit δεν είναι καταστροφική.

Οι έντονες διακυμάνσεις στην αγορά συναλλάγματος και το πλήγμα που δέχθηκε το βρετανικό νόμισμα, έδωσαν την αίσθηση στον κόσμο ότι μπορεί να βρει καλές συμφωνίες, σχολίασε η Amy Cappellazzo της Art Agency. «Το μόνο που έπρεπε να κάνουμε ήταν να τους φέρουμε εδώ».

Την περασμένη Τρίτη, η Sotheby’s πούλησε το 87% των lots προς 69,4 εκατ. δολάρια συνολικά, υψηλότερα από την εκτίμηση των 66,4 εκατ. ευρώ. Το επόμενο βράδυ, η Christie’s πούλησε το 92% των 32 lots της προς 52,8 εκατ. δολάρια συνολικά, άνω της εκτίμησης των 50 εκατ. δολαρίων. Και οι δυο οίκοι πούλησαν έργα αξίας 122,2 εκατ. δολαρίων στις βραδινές πωλήσεις της περασμένης εβδομάδας.

Ωστόσο, τα συνολικά στοιχεία ήταν σημαντικά χαμηλότερα από τα αστρονομικά ποσά του προηγούμενου έτους -354,8 εκατ. δολάρια στις αντίστοιχες περυσινές δημοπρασίες.

Μια βδομάδα νωρίτερα, οι δημοπρασίες ιμπρεσιονιστών και μοντέρνων ζωγράφων τα πήγαν αρκετά χειρότερα.

Εν τω μεταξύ, η βρετανική αγορά τέχνης προσπαθεί να «ζυγίσει» τα οφέλη της αποδυνάμωσης της στερλίνας.

«To Brexit έχει δημιουργήσει μια απίστευτη ευκαιρία και οι διεθνείς επενδυτές την αδράττουν. Οτιδήποτε είναι πρώτης ποιότητας παραμένει ουσιαστικά ανεπηρέαστο», σχολίασε στους Financial Times ο Philip Hoffman, ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας επενδύσεων και συμβούλων στον χώρο της τέχνης, Fine Art Group.

Όμως, η αβεβαιότητα παραμένει και οποιοδήποτε πλήγμα δεχθεί το Λονδίνο ως η «πρωτεύουσα» του κόσμου της τέχνης θα έχει θετικές επιπτώσεις για τους ανταγωνιστές της χώρας στην Ευρώπη. Όπως σημείωνε στους FT η Georgina Hepburne Scott, επικεφαλής του τμήματος διαχείρισης τέχνης της Stonehage Fleming, «ενδεχομένως περισσότερες δραστηριότητες θα πάνε στο Βερολίνο».

Ένα από τα βασικά ερωτήματα για τον κόσμο της τέχνης, είναι τι θα συμβεί με τους δασμούς εισαγωγών έργων τέχνης, που αυτή τη στιγμή ανέρχονται σε 5%. Οι συλλέκτες για την ώρα μπορούν να χρησιμοποιούν τη Βρετανία ως «πύλη» χαμηλής φορολόγησης για να κινούν έργα ελεύθερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, προς χώρες με υψηλότερους δασμούς εισαγωγών.

Οι δασμοί εισαγωγών για έργα τέχνης στη Γερμανία ανέρχονται σε 19%, στην Ιταλία σε 10% και στη Γαλλία σε 5,5%.

Όμως η ελεύθερη κίνηση αγαθών στην ΕΕ πιθανότατα θα «βγει από το παράθυρο», σύμφωνα με τον Pierre Valentin της νομικής εταιρείας Constantine Cannon.

«Δεν θα έχει νόημα να εισάγεις τέχνη στη Βρετανία, να πληρώνεις 5% και να εισάγεις την τέχνη αυτή στην Ιταλία και να πληρώνεις ΦΠΑ εισαγωγής… η Βρετανία θα χάσει αυτό το πλεονέκτημα».

Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση Tefaf Art Market Report, το 2014 εισήχθησαν έργα τέχνης ύψους 4 δις. στερλινών στη Βρετανία, με τη χώρα να είναι η δεύτερη μεγαλύτερη αγορά του κόσμου μετά τις ΗΠΑ (6,3 δις. στερλίνες). Η συνολική βρετανική αγορά τέχνης ήταν ύψους 9,3 δις. στερλινών, σύμφωνα με την έκθεση, και η Μεγάλη Βρετανία είχε μερίδιο 64% της Ευρωπαϊκής Αγοράς.

Για αύξηση των αμοιβών τους, στην περίπτωση που επανέλθουν οι συνοριακοί και τελωνιακοί έλεγχοι στην Ευρώπη για τα βρετανικά οχήματα μετά το Brexit, προειδοποιούν και οι εταιρείες μεταφοράς έργων τέχνης. Ο Alan Sloan, διευθυντής πωλήσεων της Momart, εκτιμά πως η εταιρεία του, η οποία μεταφέρει 60.000 αντικείμενα ετησίως, θα πρέπει να αυξήσει τις αμοιβές της κατά 10% λόγω των καθυστερήσεων στα σύνορα.


Πηγή: Wall Street Journal, Financial Times
Επιμέλεια: Α.Γ.Φ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου